Feit στα ελληνικά

Μετάφραση: feit, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γεγονός, πραγματικότητα, γεγονότος, Πράγματι, ότι
Feit στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • feestvieren στα ελληνικά - εορτάζω, γιορτή, πανηγύρι, γιορτής, γλέντι, εορτή
  • feeëriek στα ελληνικά - νεράιδα, νεραϊδόμορφο, νεραϊδόμορφα, τα νεραϊδόμορφα
  • feitelijk στα ελληνικά - πρακτικός, πράγματι, αληθινός, πραγματικός, πραγματικών, πραγματικές, πραγματικά, ...
  • fel στα ελληνικά - κοφτερός, έντονος, οξύς, οξύ, μακάβριος, εντατικός, οξυδερκής, ...
Τυχαίες λέξεις
Feit στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γεγονός, πραγματικότητα, γεγονότος, Πράγματι, ότι