Gedrocht στα ελληνικά
Μετάφραση: gedrocht, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κτήνος, τέρας, τέρατος, το τέρας, τεράτων, τέρας που
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- gedogen στα ελληνικά - ενοικιάζομαι, άδεια, επιτρέπω, αφήνω, ανέχεται, ανέχονται, ανεχτεί, ...
- gedrag στα ελληνικά - διεξάγω, συμπεριφορά, φέρσιμο, διαγωγή, συμπεριφοράς, τη συμπεριφορά, η συμπεριφορά, ...
- gedrochtelijk στα ελληνικά - τραγελαφικός, τερατώδης, τερατώδες, τερατώδη, τερατώδεις, τερατώδους
- geducht στα ελληνικά - δυνατός, ισχυρός, ισχυρή, ισχυρό, ισχυρές
Τυχαίες λέξεις
Gedrocht στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κτήνος, τέρας, τέρατος, το τέρας, τεράτων, τέρας που
Μεταφράσεις: κτήνος, τέρας, τέρατος, το τέρας, τεράτων, τέρας που