Hartelijk στα ελληνικά
Μετάφραση: hartelijk, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εγκάρδιος, στοργικός, στοργική, στοργικό, στοργικοί, τρυφερή
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- hars στα ελληνικά - ρετσίνι, ρητίνη, ρητίνης, της ρητίνης, ρητίνη που
- hart στα ελληνικά - αντλία, πυρήνας, καρδιά, φουσκώνω, τρόμπα, καρδιάς, καρδιακή, ...
- hartgrondig στα ελληνικά - εγκάρδιος, ολόψυχη, την ολόψυχη, όλης καρδίας πάντοτε, εγκάρδιους
- hartstocht στα ελληνικά - πόθος, εμπάθεια, πάθος, το πάθος, πάθους, μεράκι, του πάθους
Τυχαίες λέξεις
Hartelijk στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εγκάρδιος, στοργικός, στοργική, στοργικό, στοργικοί, τρυφερή
Μεταφράσεις: εγκάρδιος, στοργικός, στοργική, στοργικό, στοργικοί, τρυφερή