Huiveren στα ελληνικά
Μετάφραση: huiveren, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τρέμω, τρεμουλιάζω, τουρτουρίζω, ανατριχίλα, ριγώ, ρίγος, το ρίγος, shiver, ανατριχιάζω
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- huisvesting στα ελληνικά - κατάλυμα, στέγαση, στεγαστικός, περίβλημα, στέγασης, κατοικιών, περιβλήματος
- huiswaarts στα ελληνικά - σπίτι, Αρχική σελίδα, το σπίτι, στο σπίτι, σπιτιού
- huizen στα ελληνικά - κόσμος, κατοικώ, διαμένω, ζωντανός, άνθρωπος, άνθρωποι, μένω, ...
- hulde στα ελληνικά - δικαστήριο, ερωτοτροπώ, αυλή, φόρος τιμής, φόρο τιμής, αφιέρωμα, τιμήν, ...
Τυχαίες λέξεις
Huiveren στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τρέμω, τρεμουλιάζω, τουρτουρίζω, ανατριχίλα, ριγώ, ρίγος, το ρίγος, shiver, ανατριχιάζω
Μεταφράσεις: τρέμω, τρεμουλιάζω, τουρτουρίζω, ανατριχίλα, ριγώ, ρίγος, το ρίγος, shiver, ανατριχιάζω