Inheems στα ελληνικά
Μετάφραση: inheems, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ιθαγενής, οικιακός, ντόπιος, κατοικίδιος, γηγενής, μητρική, φυσική, φυσικής, φυσικού
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- inhaligheid στα ελληνικά - απληστία, φιλαργυρία, τσιγκουνιά, βουλιμία, moneygrubbing
- inham στα ελληνικά - κόλπος, άβυσσος, χάσμα, ορμίσκος, λιμανάκι, όρμο, όρμου, ...
- inhoud στα ελληνικά - ευχαριστημένος, φωνή, ικανοποιημένος, όγκος, ποσότητα, ικανοποιημένο, περιεχόμενο, ...
- inhouden στα ελληνικά - ενσωματώνω, περιέχω, περιλαμβάνω, αναχαιτίζω, συμπεριλαμβάνω, περιλαμβάνουν, περιλαμβάνονται, ...
Τυχαίες λέξεις
Inheems στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ιθαγενής, οικιακός, ντόπιος, κατοικίδιος, γηγενής, μητρική, φυσική, φυσικής, φυσικού
Μεταφράσεις: ιθαγενής, οικιακός, ντόπιος, κατοικίδιος, γηγενής, μητρική, φυσική, φυσικής, φυσικού