Lid στα ελληνικά

Μετάφραση: lid, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
άρθρωση, γόμφος, άκρο, παράρτημα, στέλεχος, κοψίδι, μέλος, κλαδί, κοινός, κράτη, μέλους, τα κράτη, των κρατών
Lid στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • lichtjes στα ελληνικά - ελαφρώς, επιπόλαια, αβασάνιστα, ελαφρά, ελαφριά, ελαφρά τη καρδία
  • lichtzinnig στα ελληνικά - ελαφρόμυαλος, επιπόλαιος, επιπολαιότητα, επιπόλαια, με επιπολαιότητα, ασήμαντους, για ασήμαντους
  • lidmaat στα ελληνικά - μέλος, στέλεχος, άκρο, παράρτημα, κλαδί, σκέλος, σκέλους, ...
  • lidwoord στα ελληνικά - άρθρο, ρήτρα, άρθρου, το άρθρο, του άρθρου, αντικείμενο
Τυχαίες λέξεις
Lid στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: άρθρωση, γόμφος, άκρο, παράρτημα, στέλεχος, κοψίδι, μέλος, κλαδί, κοινός, κράτη, μέλους, τα κράτη, των κρατών