Lomp στα ελληνικά
Μετάφραση: lomp, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
χονδροειδής, ωμός, κουρέλι, ακατέργαστος, αγροίκος, άξεστος, άξεστες, άξεστη, αγροίκα, άξεστο
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- lokaliteit στα ελληνικά - βούλα, σπυρί, εντοπίζω, τοποθετώ, τοποθεσία, τόπος, μέρος, ...
- lokken στα ελληνικά - δόλωμα, δελεάζω, κράχτης, δέλεαρ, θέλγητρο, γοητεία, δολώματος
- lonen στα ελληνικά - αμοιβή, ανταμοιβή, πληρωμή, πληρώσει, καταβάλει, πληρώσουν, πληρώνουν
- long στα ελληνικά - πνεύμονας, πνεύμονα, του πνεύμονα, πνευμόνων, των πνευμόνων
Τυχαίες λέξεις
Lomp στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: χονδροειδής, ωμός, κουρέλι, ακατέργαστος, αγροίκος, άξεστος, άξεστες, άξεστη, αγροίκα, άξεστο
Μεταφράσεις: χονδροειδής, ωμός, κουρέλι, ακατέργαστος, αγροίκος, άξεστος, άξεστες, άξεστη, αγροίκα, άξεστο