Natuur στα ελληνικά
Μετάφραση: natuur, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φύση, χαρακτήρα, φύσης, φύσεως, τη φύση
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- nationalisme στα ελληνικά - εθνικισμός, Ο εθνικισμός, τον εθνικισμό, εθνικισμού, του εθνικισμού
- nationaliteit στα ελληνικά - υπηκοότητα, ιθαγένεια, εθνικότητα, ιθαγένειας, εθνικότητας, ιθαγενείας
- natuurkunde στα ελληνικά - φυσική, Φυσικής, της φυσικής, τη φυσική, Physics
- natuurlijk στα ελληνικά - φυσικά, βέβαια, βεβαίως, ασφαλώς
Τυχαίες λέξεις
Natuur στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φύση, χαρακτήρα, φύσης, φύσεως, τη φύση
Μεταφράσεις: φύση, χαρακτήρα, φύσης, φύσεως, τη φύση