Netto στα ελληνικά

Μετάφραση: netto, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ακριβής, εναργής, δίχτυ, ελευθερώνω, ξεκάθαρα, έκδηλος, διαυγής, καθαρά, καθαρός, καθαρή, καθαρού
Netto στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • neteldoek στα ελληνικά - μουσελίνα, μουσελίνας, από μουσελίνα, muslin, ύφασμα μουσελίνα
  • netjes στα ελληνικά - ευπρεπέστατα, σωστά, νοικοκυρεμένα, τακτοποιημένα, όμορφα, απλά, έξυπνα
  • netwerk στα ελληνικά - πλέγμα, δίκτυο, ζεύξη, δίχτυ, δικτύου, του δικτύου, δικτύων, ...
  • neus στα ελληνικά - ανύψωση, στίγμα, ανάδειξη, επισημαίνω, δείχνω, ρεγάλο, κορώνα, ...
Τυχαίες λέξεις
Netto στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ακριβής, εναργής, δίχτυ, ελευθερώνω, ξεκάθαρα, έκδηλος, διαυγής, καθαρά, καθαρός, καθαρή, καθαρού