Ontleding στα ελληνικά
Μετάφραση: ontleding, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ανάλυση, αποσύνθεση, αποσύνθεσης, διάσπαση, διάσπασης, αποσυνθέσεως
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- ontlasting στα ελληνικά - κόπρανα, περίττωμα, κοπριά, σκαμνί, κοπράνων, σκαμπό, των κοπράνων
- ontleden στα ελληνικά - αναλύω, αποσυντεθούν, αποσυντίθενται, αποσυντεθεί, αποσυντίθεται, αποσυνθέσει
- ontleedkunde στα ελληνικά - ανατομία, αποσυντίθενται, αποσυντεθούν, αποσυνθέτουν, αποσυντίθεται, αποσυντεθεί
- ontlokken στα ελληνικά - καθαρός, ξεστομίζω, απόλυτος, εκστομίζω, εκμαιεύσει, προκαλούν, προκαλέσει, ...
Τυχαίες λέξεις
Ontleding στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ανάλυση, αποσύνθεση, αποσύνθεσης, διάσπαση, διάσπασης, αποσυνθέσεως
Μεταφράσεις: ανάλυση, αποσύνθεση, αποσύνθεσης, διάσπαση, διάσπασης, αποσυνθέσεως