Ophouden στα ελληνικά

Μετάφραση: ophouden, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
στήριγμα, συμπαράσταση, τελειώνω, λήγω, καθυστερώ, ολόκληρος, ολοκληρώνω, κρατώ, περατώνω, υποστήριγμα, τερματισμός, διατηρώ, παύω, τέλος, βοήθεια, κρατά ψηλά, να κρατήσει ψηλά, που κατέχουν μέχρι, κατέχουν μέχρι, κρατήσει ψηλά
Ophouden στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • ophogen στα ελληνικά - αύξηση, υψώνω, αναστηλώνω, ανυψώνω, σηκώνω, ανατρέφω, ασανσέρ, ...
  • ophopen στα ελληνικά - συσσωρεύω, σωρός, αποθησαυρίζω, στοιβάδα, συσσωρεύονται, συσσωρεύουν, συσσωρεύεται, ...
  • opinie στα ελληνικά - γνωμάτευση, σκέψη, σκεφτόμουν, γνώμη, πειθώ, νόμιζα, άποψη, ...
  • opjagen στα ελληνικά - κυνηγώ, φύγε, αποδιώκω, shoo, φαβορί, πήγαινε
Τυχαίες λέξεις
Ophouden στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: στήριγμα, συμπαράσταση, τελειώνω, λήγω, καθυστερώ, ολόκληρος, ολοκληρώνω, κρατώ, περατώνω, υποστήριγμα, τερματισμός, διατηρώ, παύω, τέλος, βοήθεια, κρατά ψηλά, να κρατήσει ψηλά, που κατέχουν μέχρι, κατέχουν μέχρι, κρατήσει ψηλά