Τερματισμός στα ολλανδικά

Μετάφραση: τερματισμός, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
eindigen, afwerken, afsluiten, besluiten, aantikken, beëindigen, ophouden, afmaken, volbrengen, uitmaken, voltooien, einde, afloop, beëindiging, opzegging, de beëindiging
Τερματισμός στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: τερματισμός

τερματισμός καλωδίων utp, τερματισμός windows 8, τερματισμός μαραθωνίου 2013, τερματισμός οπτικής ίνας, τερματισμός απασχόλησης, τερματισμός λεξικό γλώσσας ολλανδικά, τερματισμός στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • τερετίζω στα ολλανδικά - sjilpen, piepen, tjilpen, kwetteren, getjilp, gezang, sjirpen, ...
  • τερμίτης στα ολλανδικά - termiet, termieten, termietenheuvel, termite, door termieten
  • τερπνός στα ολλανδικά - heerlijk, aangenaam, behaaglijk, plezierig, beeldig, betoverend, sympathiek, ...
  • τεσσαρακοστός στα ολλανδικά - veertigste, veertig, veertigjarig, fortieth, de veertigste
Τυχαίες λέξεις
Τερματισμός στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: eindigen, afwerken, afsluiten, besluiten, aantikken, beëindigen, ophouden, afmaken, volbrengen, uitmaken, voltooien, einde, afloop, beëindiging, opzegging, de beëindiging