Passen στα ελληνικά

Μετάφραση: passen, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κοστούμι, στεγάζω, εξυπηρετώ, βολεύω, αρμόζω, για να χωρέσει, να χωρέσει, για να ταιριάζει, να ταιριάζει, να ταιριάζουν
Passen στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • passage στα ελληνικά - δοσοληψία, κυκλοφορία, αποσπώ, επιλογή, εκχύλισμα, πέρασμα, διέλευση, ...
  • passagier στα ελληνικά - επιβάτης, αναβάτης, επιβατών, επιβάτη, επιβατικών, επιβατηγά
  • passend στα ελληνικά - ευπρεπής, επίκαιρος, σφετερίζομαι, καθωσπρέπει, βολικός, σωστός, πρέπων, ...
  • passerbeen στα ελληνικά - μπράτσο, χέρι, όπλο, περαστικός, passer, διαβάτης, διέλευσης, ...
Τυχαίες λέξεις
Passen στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κοστούμι, στεγάζω, εξυπηρετώ, βολεύω, αρμόζω, για να χωρέσει, να χωρέσει, για να ταιριάζει, να ταιριάζει, να ταιριάζουν