Precies στα ελληνικά

Μετάφραση: precies, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ακριβής, δεξιός, δικαίωμα, ακριβώς, διορθώνω, δίκαιος, σωστός, μόλις, επακριβώς, ακρίβεια, ακριβώς το, με ακρίβεια
Precies στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • praten στα ελληνικά - ξεστομίζω, κρένω, εκστομίζω, ομιλία, κουβέντα, φλυαρώ, στόμα, ...
  • precair στα ελληνικά - επισφαλής, επισφαλείς, επισφαλή, επισφαλούς, επισφαλών
  • precisie στα ελληνικά - αλήθεια, ακρίβεια, ακριβείας, ακρίβειας, την ακρίβεια, ακριβειας
  • predikant στα ελληνικά - ιεροκήρυκας, υπουργός, υπουργό, Υπουργού, ο υπουργός, Υπουργείο
Τυχαίες λέξεις
Precies στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ακριβής, δεξιός, δικαίωμα, ακριβώς, διορθώνω, δίκαιος, σωστός, μόλις, επακριβώς, ακρίβεια, ακριβώς το, με ακρίβεια