Λέξη: σπαθί

Σχετικές λέξεις: σπαθί

σπαθί δαμασκηνό, σπαθί star wars, σπαθί σαμουράι, σπαθί κομοτηνή, σπαθί του δαμοκλή, σπαθί ονειροκρίτης, σπαθί τράπουλα, σπαθί κατάνα, σπαθί τζια, σπαθί των πάγων

Συνώνυμα: σπαθί

λέσχη, κλαμπ, σύλλογος, ρόπαλο, μπαστούνι γκολφ, σπάθη, ξίφος, μιστρύ

Μεταφράσεις: σπαθί

σπαθί στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
sword, moonstone, saber, club, clubs

σπαθί στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
espada, la espada, espada de, cuchillo

σπαθί στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
schwert, säbel, degen, Schwert, Klinge, Schwertes

σπαθί στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
sabre, flamberge, épée, glaive, l'épée, épée à

σπαθί στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
spada, la spada, spada di, di spada

σπαθί στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
suíça, espada, a espada, espada de, da espada

σπαθί στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
zwaard, degen, slagzwaard, het zwaard, sword, zwaards

σπαθί στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
шашка, шпага, рапира, меч, сабля, палаш, мечом, меча

σπαθί στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
sverd, kårde, sabel, sverdet, sword

σπαθί στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
svärd, svärdet, sword

σπαθί στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
miekka, kalpa, miekan, miekalla, miekkaa, miekkaan

σπαθί στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
sværd, sværdet

σπαθί στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
kord, šavle, meč, mečem, meče

σπαθί στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
szabla, szpada, miecz, mieczem, miecza

σπαθί στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
kard, kardot, kardját, karddal, kardja

σπαθί στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
kılıç, kılıcı, sword, bir kılıç, kılıcın

σπαθί στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
шашка, шпага, рапіра, шабля, палаш, меч, ворожий, меча

σπαθί στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
shpatë, shpata, shpatën, shpatë kërcënon, shpatë me

σπαθί στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
меч, меча, нож, мечът

σπαθί στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
меч

σπαθί στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
mõõk, mõõga, mõõgaga, mõõka, mõõga läbi

σπαθί στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
mač, mača, mačem

σπαθί στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
sverð, sverðið, sverði, sverðit, og sverð

σπαθί στα λατινικά

Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
ensis, ferrum, gladius

σπαθί στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
kalavijas, kardas, kalaviją, kardą, puses

σπαθί στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
zobens, zobenu, zobena, sword

σπαθί στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
нож, меч, мечот, меча

σπαθί στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
spadă, sabie, sabia, sabie cu, spada, sabie de

σπαθί στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
meč, sword, mečem, meča

σπαθί στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
kord, meč, dýka, m

Στατιστικά δημοτικότητας: σπαθί

Τυχαίες λέξεις