Raspen στα ελληνικά

Μετάφραση: raspen, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ράσπα, σχάρα, εσχάρας, σχάρας, εσχάρα, της εσχάρας
Raspen στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • ras στα ελληνικά - παρακρατώ, ράτσα, ποικιλία, αναπαράγω, διηθώ, απόθεμα, τεντώνω, ...
  • rasp στα ελληνικά - ράσπα, τρίφτης, τρίφτη, του τρίφτη, ξύστη, ξέστη
  • rat στα ελληνικά - αρουραίος, αρουραίου, αρουραίο, επίμυος, αρουραίων
  • ratelpopulier στα ελληνικά - λεύκη, τρομώδης, Aspen, λεύκα, Άσπεν, αγριόλευκας
Τυχαίες λέξεις
Raspen στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ράσπα, σχάρα, εσχάρας, σχάρας, εσχάρα, της εσχάρας