Resteren στα ελληνικά
Μετάφραση: resteren, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
υπόλοιπος, παραμένω, ξεκουράζομαι, ησυχασμός, μένω, παραμένουν, παραμένει, εξακολουθούν να, εξακολουθούν, παραμείνει
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- restaureren στα ελληνικά - αναστηλώνω, αποκαθιστώ, ανακτώ, αποκατασταθεί, αποκαταστήσει, την αποκατάσταση, επαναφέρετε, ...
- resten στα ελληνικά - ησυχασμός, μένω, παραμένω, ξεκουράζομαι, υπόλοιπος, υπολείμματα, κατάλοιπα, ...
- resterende στα ελληνικά - ησυχασμός, υπόλοιπος, ξεκουράζομαι, υπολειπόμενος, υπόλοιπο, κατάλοιπο, απομένει, ...
- restitueren στα ελληνικά - ανταμείβω, ξεπληρώνω, επιστροφή χρημάτων, επιστροφής, επιστροφής κατά, επιστροφής κατά την, επιστροφή κατά
Τυχαίες λέξεις
Resteren στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: υπόλοιπος, παραμένω, ξεκουράζομαι, ησυχασμός, μένω, παραμένουν, παραμένει, εξακολουθούν να, εξακολουθούν, παραμείνει
Μεταφράσεις: υπόλοιπος, παραμένω, ξεκουράζομαι, ησυχασμός, μένω, παραμένουν, παραμένει, εξακολουθούν να, εξακολουθούν, παραμείνει