Ros στα ελληνικά

Μετάφραση: ros, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
άλογο, άτι, Steed, άλογό, ίππος
Ros στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • rooster στα ελληνικά - προγραμματίζω, πρόγραμμα, σχάρα, δίχτυ, πλέγμα, ενοχλητικός, δίκτυο, ...
  • roosteren στα ελληνικά - ψήνω, καβουρντίζω, τοστ, καβουρδίζω, πρόποση, ψητό, ψητά, ...
  • rot στα ελληνικά - αρουραίος, χάλια, σαπισμένος, σαπρός, σαθρός, σαπίλα, σήψης, ...
  • rotbeest στα ελληνικά - κτήνος, τέρας, τέρατος, το τέρας, τεράτων, τέρας που
Τυχαίες λέξεις
Ros στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: άλογο, άτι, Steed, άλογό, ίππος