Άλογο στα ολλανδικά

Μετάφραση: άλογο, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
heroïne, paard, ros, paarden, horse, het paard, paard van
Άλογο στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: άλογο

άλογο εικόνα, άλογο βικιπαίδεια, άλογο αναπαραγωγή, άλογο κινέζικο ωροσκόπιο, άλογο όνειρο, άλογο λεξικό γλώσσας ολλανδικά, άλογο στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • άλλοτε στα ολλανδικά - indertijd, vooraan, eerder, daarvoor, eens, eenmaal, zodra, ...
  • άλλωστε στα ολλανδικά - eveneens, daarenboven, ongerekend, behalve, evenzeer, ook, buiten, ...
  • άλσος στα ολλανδικά - bosje, boomgaard, bosschage, grove, bosje van, Het bosje
  • άμαξα στα ολλανδικά - opvoeden, trainen, rijtuig, coachen, onderwijzen, wagon, spoorwagen, ...
Τυχαίες λέξεις
Άλογο στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: heroïne, paard, ros, paarden, horse, het paard, paard van