Ruchtbaarheid στα ελληνικά

Μετάφραση: ruchtbaarheid, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
προώθηση, προαγωγή, ανάδειξη, δημοσιότητα, δημοσιότητας, διαφήμιση, τη δημοσιότητα, διαφήμισης
Ruchtbaarheid στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • rubriek στα ελληνικά - κεφάλι, πορεία, επικεφαλίδα, στήλη, κεφαλιά, ηγούμαι, κολόνα, ...
  • ruchtbaar στα ελληνικά - κοινός, υφήλιος, κόσμος, noised
  • rugschild στα ελληνικά - καύκαλο, οβίδα, κέλυφος, καβούκι, κελύφους, οστράκου, καβουκιού
  • rugstuk στα ελληνικά - ενισχύω, πλάτη, αντιστρέφω, υποστηρίζω, σέλλα, σαμάρι, σέλα, ...
Τυχαίες λέξεις
Ruchtbaarheid στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: προώθηση, προαγωγή, ανάδειξη, δημοσιότητα, δημοσιότητας, διαφήμιση, τη δημοσιότητα, διαφήμισης