Schuldeloos στα ελληνικά

Μετάφραση: schuldeloos, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αθώος, αθώο, αθώους, αθώοι, χωρίς ενοχή
Schuldeloos στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • schuiven στα ελληνικά - γλίστρημα, σπρώχνω, ολίσθημα, γλιστρώ, παραδρομή, ωθώ, ώθηση, ...
  • schuld στα ελληνικά - φτιάξιμο, ενοχή, λάθος, χρέος, χρέους, του χρέους, οφειλής, ...
  • schuldenaar στα ελληνικά - οφειλέτης, οφειλέτη, του οφειλέτη, χρεώστη, υπόχρεος
  • schuldenlast στα ελληνικά - παθητικό, δωσιδικία, ευθύνη, χρέος, χρέους, του χρέους, οφειλής, ...
Τυχαίες λέξεις
Schuldeloos στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αθώος, αθώο, αθώους, αθώοι, χωρίς ενοχή