Secuur στα ελληνικά

Μετάφραση: secuur, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ακριβής, συγκεκριμένος, ακριβολόγος, σχολαστικά, προσεκτικά, επιμελώς, σχολαστική, σχολαστικότητα
Secuur στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • secundair στα ελληνικά - επικουρικός, συμπλήρωμα, υποβοηθητικός, αναπληρωτής, θυγατρική, βοηθητικός, συνεργός, ...
  • securiteit στα ελληνικά - βεβαιότητα
  • sedert στα ελληνικά - από, αφού, επειδή, από το, δεδομένου ότι
  • sein στα ελληνικά - σήμα, βαθμός, σημαίνω, γνέφω, σημάδι, πίνακας, υπογράφω, ...
Τυχαίες λέξεις
Secuur στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ακριβής, συγκεκριμένος, ακριβολόγος, σχολαστικά, προσεκτικά, επιμελώς, σχολαστική, σχολαστικότητα