Strubbeling στα ελληνικά

Μετάφραση: strubbeling, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μπελάς, ενοχλώ, φασαρία, δυσκολία, δυσχέρεια, ταλαιπωρία, πρόσκομμα
Strubbeling στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • stropen στα ελληνικά - γυμνώνω, εκδύω, ξεγυμνώνω, ληστεύω, λεηλατώ, αρπάζω, λαθροθήρευε, ...
  • strot στα ελληνικά - λαιμός, λαιμό, λαιμού, το λαιμό, του λαιμού
  • structuur στα ελληνικά - δομή, ανέγερση, σκελετός, κατασκευή, δομής, διάρθρωση, διάρθρωσης
  • struif στα ελληνικά - ομελέτα, ομελέτες, ομελέτας, ομελέτα με
Τυχαίες λέξεις
Strubbeling στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μπελάς, ενοχλώ, φασαρία, δυσκολία, δυσχέρεια, ταλαιπωρία, πρόσκομμα