Substantie στα ελληνικά

Μετάφραση: substantie, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
υπόθεση, ουσία, πράμα, θέμα, ύλη, νοιάζομαι, ουσίας, ουσιών, ουσία που, ουσίες
Substantie στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • subsidie στα ελληνικά - επιχορήγηση, επιδότηση, επιδότησης, επιδοτήσεων, επιχορήγησης
  • subsidiëren στα ελληνικά - επιδοτούν, επιδοτήσει, επιδότηση, επιδοτήσουν, επιδοτεί
  • substantief στα ελληνικά - ουσιαστικό, noun, ουσιαστικού, όνομα, ουσιαστικών
  • subtiel στα ελληνικά - ασύλληπτος, εκλεπτυσμένος, λεπτός, φίνος, φευγαλέος, λεπτώς, διακριτικά, ...
Τυχαίες λέξεις
Substantie στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: υπόθεση, ουσία, πράμα, θέμα, ύλη, νοιάζομαι, ουσίας, ουσιών, ουσία που, ουσίες