Taaltje στα ελληνικά
Μετάφραση: taaltje, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καθομιλούμενος, υποκρισία, ορολογία, αργκό, διάλεκτο, φρασεολογία, επαγγελματική γλώσσα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- taalkundig στα ελληνικά - γλωσσικός, γλωσσικής, γλωσσική, γλωσσικές, γλωσσικών
- taalkundige στα ελληνικά - γλωσσολόγος, γλωσσομαθής, γλωσσολόγο, γλωσσολόγου, γλωσσομαθούς
- taart στα ελληνικά - πίτα, κέικ, πίτας, πιτών, η πίτα, την πίτα
- tabak στα ελληνικά - καπνός, καπνά, καπνού, καπνό, του καπνού, τον καπνό
Τυχαίες λέξεις
Taaltje στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καθομιλούμενος, υποκρισία, ορολογία, αργκό, διάλεκτο, φρασεολογία, επαγγελματική γλώσσα
Μεταφράσεις: καθομιλούμενος, υποκρισία, ορολογία, αργκό, διάλεκτο, φρασεολογία, επαγγελματική γλώσσα