Testament στα ελληνικά

Μετάφραση: testament, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
θέληση, διαθήκη, προαίρεση, Διαθήκης, απόδειξη, μαρτυρία, απόδειξη για
Testament στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • terwijl στα ελληνικά - κάποτε, σαν, εφάπαξ, πότε, ενώ, όπως, όταν, ...
  • test στα ελληνικά - προσπαθώ, εκδικάζω, τρέχω, δοκιμάζω, δίκη, ελέγχω, απόπειρα, ...
  • testimonium στα ελληνικά - κατάθεση, πιστοποιητικό, πιστοποιητικός, μαρτυρία, κριτικής, τη μαρτυρία
  • teugel στα ελληνικά - χαλινάρι, χαλινώνω, χαλιναγωγώ, χαλιναγωγήσει, χαλιναγωγήσουν, τη συγκράτηση, συγκρατήσουν
Τυχαίες λέξεις
Testament στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: θέληση, διαθήκη, προαίρεση, Διαθήκης, απόδειξη, μαρτυρία, απόδειξη για