Θέληση στα ολλανδικά
Μετάφραση: θέληση, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
verbond, zin, testament, wilsbeschikking, wil, zullen, zal, zult, willen
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: θέληση
θέληση είναι εκείνο που σε υποχρεώνει να νικάς όταν η λογική σου λέει πως έχασες, θέληση λεξικό, θέληση ορισμός, θέληση αγγλικά, θέληση για το παιδί, θέληση λεξικό γλώσσας ολλανδικά, θέληση στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- θέατρο στα ολλανδικά - schouwburg, theater, toneel, vinden, het theater
- θέλγω στα ολλανδικά - betovering, heksen, aantrekkelijkheid, verkrachten, Ravish, ontroven, medeslepen, ...
- θέλω στα ολλανδικά - wens, verlangen, gebrek, tekort, willen, afwezigheid, zucht, ...
- θέμα στα ολλανδικά - zaak, afloop, aangelegenheid, uitgang, thema, uitvloeisel, uitslag, ...
Τυχαίες λέξεις
Θέληση στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: verbond, zin, testament, wilsbeschikking, wil, zullen, zal, zult, willen
Μεταφράσεις: verbond, zin, testament, wilsbeschikking, wil, zullen, zal, zult, willen