Tred στα ελληνικά
Μετάφραση: tred, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δρασκελιά, πατημασιά, βηματίζω, ρυθμός, βήμα, τσαλαπατώ, φόρα, διάβημα, δρασκελίζω, ρυθμό, ρυθμούς, ρυθμού
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- decoderen στα ελληνικά - αποκωδικοποίηση, αποκωδικοποιήσει, decode, αποκωδικοποιήσουν, αποκωδικοποίησης
- hoffelijk στα ελληνικά - ευγενικός, ευγενής, ευγενικό, ευγενική, ευγενικοί
- samenbinden στα ελληνικά - κατατάσσομαι, ενώνω, συνενώνω, συνδέω, astringe
- smaken στα ελληνικά - γούστο, γεύομαι, γεύση, γεύσης, τη γεύση, προτίμηση
Τυχαίες λέξεις
Tred στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δρασκελιά, πατημασιά, βηματίζω, ρυθμός, βήμα, τσαλαπατώ, φόρα, διάβημα, δρασκελίζω, ρυθμό, ρυθμούς, ρυθμού
Μεταφράσεις: δρασκελιά, πατημασιά, βηματίζω, ρυθμός, βήμα, τσαλαπατώ, φόρα, διάβημα, δρασκελίζω, ρυθμό, ρυθμούς, ρυθμού