Vocabulaire στα ελληνικά
Μετάφραση: vocabulaire, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λεξιλόγιο, λεξιλογίου, το λεξιλόγιο, ασκήσεις, λεξιλόγιό
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- fluiten στα ελληνικά - σφύριγμα, σφυρίχτρα, σφυρίζω, διαιτητής, τέλειωσε, σφυρίκτρα
- kroonluchter στα ελληνικά - πολυέλαιος, πολυέλαιο, πολυελαίου, πολυελαίων, πολύφωτου
- mening στα ελληνικά - σκεφτόμουν, άποψη, σκέψη, γνωμάτευση, νόμιζα, πειθώ, υπόθεση, ...
- teraardebestelling στα ελληνικά - ταφή, κηδεία, κηδείας, την κηδεία, κηδεία του, κηδειών
Τυχαίες λέξεις
Vocabulaire στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λεξιλόγιο, λεξιλογίου, το λεξιλόγιο, ασκήσεις, λεξιλόγιό
Μεταφράσεις: λεξιλόγιο, λεξιλογίου, το λεξιλόγιο, ασκήσεις, λεξιλόγιό