Vruchteloosheid στα ελληνικά

Μετάφραση: vruchteloosheid, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αλαζονεία, έπαρση, κενοδοξία, φιλαυτία, ματαιοδοξία, ματαιότητα, αχρηστία, αχρηστίας, έλλειψη χρησιμότητας, δεν χρησιμεύει πλέον
Vruchteloosheid στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • alras στα ελληνικά - σύντομα, σύντομος, μόλις, συντομότερο, ταχύτερο, συντομότερα
  • bistro στα ελληνικά - Bistro, μπιστρό, μπιστρό του, μπιστρό που, το μπιστρό
  • najagen στα ελληνικά - καταδιώκω, επιδιώκω, παγανίζω, φιλοδοξώ, ασκώ, κυνηγώ, κυνηγητό, ...
  • sputteren στα ελληνικά - μουγκρίζω, μεμψιμοιρώ, γκρινιάζω, τσιρίζω, εκπτύω, σαλιάρισμα, απόπτυση, ...
Τυχαίες λέξεις
Vruchteloosheid στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αλαζονεία, έπαρση, κενοδοξία, φιλαυτία, ματαιοδοξία, ματαιότητα, αχρηστία, αχρηστίας, έλλειψη χρησιμότητας, δεν χρησιμεύει πλέον