Waan στα ελληνικά

Μετάφραση: waan, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μαγικός, παραίσθηση, μαγεία, αυταπάτη, ψευδαίσθηση, πλάνη, παραληρητική ιδέα, αυταπάτης
Waan στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • bistro στα ελληνικά - Bistro, μπιστρό, μπιστρό του, μπιστρό που, το μπιστρό
  • griffel στα ελληνικά - στύλος, μολύβι, μολυβιού, το μολύβι, μολυβιών, με μολύβι
  • niezen στα ελληνικά - φταρνίζομαι, φτάρνισμα, φτερνίζεστε, φτερνιστεί, φτερνίζονται, φταρνίζεστε
  • overlaten στα ελληνικά - εγκαταλείπω, παρατάω, άδεια, φύγω, αφήσει, αφήνουν, αφήσετε
Τυχαίες λέξεις
Waan στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μαγικός, παραίσθηση, μαγεία, αυταπάτη, ψευδαίσθηση, πλάνη, παραληρητική ιδέα, αυταπάτης