Wantrouwen στα ελληνικά
Μετάφραση: wantrouwen, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
υποψία, δυσπιστία, υπόνοια, δυσπιστίας, έλλειψη εμπιστοσύνης, τη δυσπιστία, καχυποψία
Μεταφράσεις
- beschermheilige στα ελληνικά - προστάτης, θαμώνας, προστάτη, πολιούχου, προστάτιδα, πολιούχος
- gracieus στα ελληνικά - χαριτωμένα, χάρη, με χάρη, ομαλά, ομαλό
- optimisme στα ελληνικά - αισιοδοξία, αισιοδοξίας, την αισιοδοξία, η αισιοδοξία
- plafond στα ελληνικά - ταβάνι, οροφή, ανώτατο όριο, οροφής, ανώτατου ορίου
Τυχαίες λέξεις
Wantrouwen στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: υποψία, δυσπιστία, υπόνοια, δυσπιστίας, έλλειψη εμπιστοσύνης, τη δυσπιστία, καχυποψία
Μεταφράσεις: υποψία, δυσπιστία, υπόνοια, δυσπιστίας, έλλειψη εμπιστοσύνης, τη δυσπιστία, καχυποψία