Waren στα ελληνικά
Μετάφραση: waren, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
περιφέρομαι, εμπορεύματα, αγαθά, εμπόρευμα, αγαθό, περιπλανιέμαι, τριγυρίζω, πραμάτεια, προϊόν, εμπορευμάτων, αγαθών, προϊόντα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- aurora στα ελληνικά - πρωί, σέλας, αυγή, Aurora, αυγής, Αουρόρα
- glacé στα ελληνικά - παιδί, κατσίκι, το παιδί, παιδιού, κατσικιών
- ontgaan στα ελληνικά - ξεφεύγω, δραπετεύω, απόδραση, διαφυγή, διαφυγής, τη διαφυγή, απόδρασης
- schaalverdeling στα ελληνικά - κλιμάκωση, κλίμακα, κλίμακας, λέπι, μέγεθος, ζυγαριά
Τυχαίες λέξεις
Waren στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: περιφέρομαι, εμπορεύματα, αγαθά, εμπόρευμα, αγαθό, περιπλανιέμαι, τριγυρίζω, πραμάτεια, προϊόν, εμπορευμάτων, αγαθών, προϊόντα
Μεταφράσεις: περιφέρομαι, εμπορεύματα, αγαθά, εμπόρευμα, αγαθό, περιπλανιέμαι, τριγυρίζω, πραμάτεια, προϊόν, εμπορευμάτων, αγαθών, προϊόντα