Wat στα ελληνικά

Μετάφραση: wat, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μερικός, λίγοι, μερικοί, τι, αυτό που, το τι, ποια
Wat στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • anoniem στα ελληνικά - ανώνυμος, ανώνυμα, ανώνυμη, ανώνυμο, ανώνυμες
  • financieel στα ελληνικά - οικονομικός, οικονομικά, οικονομική, χρηματοδοτική, οικονομικώς, οικονομικής
  • onderlijf στα ελληνικά - στομάχι, κοιλιά, κοιλιακή χώρα, κοιλιάς, κοιλία, στην κοιλιά
  • silhouet στα ελληνικά - διαγράφω, σιλουέτα, περίγραμμα, σκιαγραφιών, σκιαγραφία, σκιαγράφημα
Τυχαίες λέξεις
Wat στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μερικός, λίγοι, μερικοί, τι, αυτό που, το τι, ποια