Weerleggen στα ελληνικά
Μετάφραση: weerleggen, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αντικρούω, αναιρώ, αντικρούσει, διαψεύδουν, διαψεύσει, αντίκρουση, αντικρούουν
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- brand στα ελληνικά - πυρκαγιά, πυροβολώ, απολύω, φωτιά, πυρκαγιάς, φωτιάς, πυρός
- figuurlijk στα ελληνικά - παραστατικός, μεταφορικά, συμβολικά, μεταφορική, εικονικά, μεταφορικά για
- knus στα ελληνικά - ενδόμυχος, οικείος, στενός, αναπαυτικός, άνετη, άνετο, θαλπωρή, ...
- penis στα ελληνικά - στέλεχος, μέλος, πέος, πέους, το πέος, του πέους, πεών
Τυχαίες λέξεις
Weerleggen στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αντικρούω, αναιρώ, αντικρούσει, διαψεύδουν, διαψεύσει, αντίκρουση, αντικρούουν
Μεταφράσεις: αντικρούω, αναιρώ, αντικρούσει, διαψεύδουν, διαψεύσει, αντίκρουση, αντικρούουν