Wilsbeschikking στα ελληνικά

Μετάφραση: wilsbeschikking, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
θέληση, διαθήκη, τάση, ροπή, προαίρεση, διάταξη τελευταίας βούλησης, τελευταίας βουλήσεως, τελευταία επιθυμία, διαθήκης του
Wilsbeschikking στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • dichtdoen στα ελληνικά - διπλώνω, αποπνιχτικός, πνιγηρός, κοντά, πτυχή, κολλητός, στενή, ...
  • links στα ελληνικά - αδαής, άφησα, αριστερός, έφυγα, αριστερά, άφησε, αριστερό, ...
  • meedingen στα ελληνικά - διαγωνίζομαι, αντίζηλος, αντίπαλος, παραβγαίνω, συναγωνίζομαι, ανταγωνίζονται, ανταγωνιστεί, ...
  • oratie στα ελληνικά - απευθύνω, γλώσσα, διεύθυνση, δημηγορία, αγόρευση, λόγος, oration, ...
Τυχαίες λέξεις
Wilsbeschikking στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: θέληση, διαθήκη, τάση, ροπή, προαίρεση, διάταξη τελευταίας βούλησης, τελευταίας βουλήσεως, τελευταία επιθυμία, διαθήκης του