Wraakgierigheid στα ελληνικά
Μετάφραση: wraakgierigheid, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σκορ, αγανάκτηση, χολή, σκοράρω, πικράδα, εικοσαριά, μνησικακία, άχτι, εκδικητικότητα, εκδίκηση, μνησικακίας, vindictiveness
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- aflaten στα ελληνικά - παύω, κατάπαυση, παύουν, κατάπαυση του, κατάπαυσης του, κατάπαυσης
- haasten στα ελληνικά - βιασύνη, πιέζω, βιάζομαι, σπεύδω, πρεσάρω, βιάζεται, βιαστούμε, ...
- opdraven στα ελληνικά - φαίνομαι, εκτελώ, διαφαίνομαι, αποδίδω, εμφανίζομαι, αναδύομαι, τριποδίζω, ...
- peterselie στα ελληνικά - μαϊντανός, μαϊντανό, το μαϊντανό, μαϊντανού, τον μαϊντανό
Τυχαίες λέξεις
Wraakgierigheid στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σκορ, αγανάκτηση, χολή, σκοράρω, πικράδα, εικοσαριά, μνησικακία, άχτι, εκδικητικότητα, εκδίκηση, μνησικακίας, vindictiveness
Μεταφράσεις: σκορ, αγανάκτηση, χολή, σκοράρω, πικράδα, εικοσαριά, μνησικακία, άχτι, εκδικητικότητα, εκδίκηση, μνησικακίας, vindictiveness