Zindelijk στα ελληνικά

Μετάφραση: zindelijk, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καθαρίζω, ατόφιος, καθαρός, καθαρά, καθαρή, καθαρό, καθαρό τρόπο, απρόσκοπτα
Zindelijk στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • eeuwigheid στα ελληνικά - αιωνιότητα, την αιωνιότητα, αιωνιότητας, αιώνια, στην αιωνιότητα
  • schelheid στα ελληνικά - στυφότητα, οξυδέρκεια, οξύτητα, αιχμηρότητα, ευκρίνεια, ευκρίνειας, την ευκρίνεια
  • steiger στα ελληνικά - μόλος, αποβάθρα, σκαλωσιά, σκαλωσιές, ικριώματα, ικριωμάτων, σκαλωσιάς
  • stralen στα ελληνικά - ακτινοβολώ, εκπέμπω, ακτινοβολούν, εκπέμπει, εκπέμψει, ακτινοβολεί
Τυχαίες λέξεις
Zindelijk στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καθαρίζω, ατόφιος, καθαρός, καθαρά, καθαρή, καθαρό, καθαρό τρόπο, απρόσκοπτα