Árbevétel στα ελληνικά
Μετάφραση: árbevétel, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εισόδημα, έσοδο, τζίρος, Κύκλου Εργασιών, Κύκλος εργασιών, Ο κύκλος εργασιών, Κύκλος
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- csomósodás στα ελληνικά - Κόμβοι, κόμποι, κόμπους, κόμβους, knots
- iskolaépület στα ελληνικά - σχολείο, σχολικό κτίριο, σχολικού κτιρίου, σχολικών κτιρίων, σχολικού κτηρίου, κτήριο σχολείου
- kozmetikai στα ελληνικά - καλλυντικό, καλλυντικά, καλλυντικών, τα καλλυντικά, καλλυντική
- kráter στα ελληνικά - κρατήρας, κρατήρα, του κρατήρα, κρατήρων, ηφαίστειο
Τυχαίες λέξεις
Árbevétel στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εισόδημα, έσοδο, τζίρος, Κύκλου Εργασιών, Κύκλος εργασιών, Ο κύκλος εργασιών, Κύκλος
Μεταφράσεις: εισόδημα, έσοδο, τζίρος, Κύκλου Εργασιών, Κύκλος εργασιών, Ο κύκλος εργασιών, Κύκλος