Érdekeltség στα ελληνικά

Μετάφραση: érdekeltség, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πάσσαλος, συμφέροντα, συμφερόντων, τα συμφέροντα, συμφέρον, ενδιαφέροντα
Érdekeltség στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • csikorgás στα ελληνικά - λιώνω, αλέθω, τρίζω, αγγαρεία, τριγμός, τρίξιμο, τρίζει, ...
  • düftin στα ελληνικά - duffle, μοντγκόμερι, μάλλινου, με μαλακές
  • felfekvés στα ελληνικά - σχέση, έδρανο, στάση, κατακλίσεις, εξελκώσεισ, bedsores, έλκη κατάκλισης, ...
  • letörés στα ελληνικά - σαπίζω, λοξότμηση, λοξοτομημένη, λοξοτομημένη γωνία, λοξότμητη γωνία, λοξοτομή
Τυχαίες λέξεις
Érdekeltség στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πάσσαλος, συμφέροντα, συμφερόντων, τα συμφέροντα, συμφέρον, ενδιαφέροντα