Örökösök στα ελληνικά

Μετάφραση: örökösök, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διαδοχή, σειρά, κληρονόμοι, κληρονόμους, οι κληρονόμοι, κληρονόμων, τους κληρονόμους
Örökösök στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • csetepaté στα ελληνικά - αψιμαχία, αψιμαχίας, αψιμαχία του, ακροβολισμός
  • díjazott στα ελληνικά - σιτίζω, ταΐζω, τροφοδοτώ, νικητές, οι νικητές, νικητών, τους νικητές, ...
  • hígulás στα ελληνικά - απόσβεση, εξασθένηση, εξασθένησης, εξασθένιση, εξασθένισης
  • kellék στα ελληνικά - προμήθειες, Είδη, Υλικά, Είδη Υλικά, Αναλώσιμα
Τυχαίες λέξεις
Örökösök στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διαδοχή, σειρά, κληρονόμοι, κληρονόμους, οι κληρονόμοι, κληρονόμων, τους κληρονόμους