Bódé στα ελληνικά
Μετάφραση: bódé, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παράπηγμα, πάγκος, θάλαμος, περίπτερο, Booth, θάλαμο, καμπίνα, περίπτερο της
Μεταφράσεις
- bírósági στα ελληνικά - νόμιμος, δικαστικός, δικαστική, δικαστικής, δικαστικών, δικαστικές
- bóbita στα ελληνικά - φιόγκος της κεφαλής, topknot, φιόγκος
- bódítószer στα ελληνικά - ντοπάρω, intoxicants, τοξικών ουσιών, οινοπνευματώδη ποτά, τοξικές ουσίες, δηλητηριώδεις ουσίες
- bója στα ελληνικά - σημαδούρα, σημαντήρα, πλωτήρα, σημαντήρας, Πλωτήρας
Τυχαίες λέξεις
Bódé στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παράπηγμα, πάγκος, θάλαμος, περίπτερο, Booth, θάλαμο, καμπίνα, περίπτερο της
Μεταφράσεις: παράπηγμα, πάγκος, θάλαμος, περίπτερο, Booth, θάλαμο, καμπίνα, περίπτερο της