Dögös στα ελληνικά

Μετάφραση: dögös, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σέξι, καυτό, καυτός, ζεστό, ζεστού, θερμό
Dögös στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • dögvész στα ελληνικά - λοιμός, λοιμό, επιδημία, λοιμού, θανατικόν
  • dögvészes στα ελληνικά - λοιμικός, ολέθριος, καταστρεπτικών, λοιμωδών, λοιμώδης
  • dölyf στα ελληνικά - στομάχι
  • dömping στα ελληνικά - ρίχνω, πετώ, ξεφορτώνομαι, ντάμπινγκ, αντιντάμπινγκ, πρακτικής ντάμπινγκ, πρακτική ντάμπινγκ, ...
Τυχαίες λέξεις
Dögös στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σέξι, καυτό, καυτός, ζεστό, ζεστού, θερμό