Egységes στα ελληνικά

Μετάφραση: egységes, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συμπαγής, στερεός, ενοποιημένη, ενοποιημένο, ενιαία, ενοποιημένου, ενιαίο
Egységes στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • egyszerre στα ελληνικά - ραπίζω, χαστούκι, συγχρόνως, ταυτόχρονα, την ίδια στιγμή, παράλληλα, ταυτοχρόνως
  • egység στα ελληνικά - μονάδα, μονάδας, συσκευή, μονάδος, ενότητα
  • egységesség στα ελληνικά - ομοιομορφία, κοινά, τα κοινά, κοινά χαρακτηριστικά, κοινών, τα κοινά χαρακτηριστικά
  • egységnyi στα ελληνικά - μονάδα, μονάδας, συσκευή, μονάδος, ενότητα
Τυχαίες λέξεις
Egységes στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συμπαγής, στερεός, ενοποιημένη, ενοποιημένο, ενιαία, ενοποιημένου, ενιαίο