Felhevült στα ελληνικά
Μετάφραση: felhevült, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ζεστός, θερμός, θερμαίνεται, θερμαινόμενη, θερμαινόμενο, θερμαίνονται
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- felhatalmazott στα ελληνικά - διορίζω, αποδίδω, αναθέτω, εξουσιοδοτημένο, εξουσιοδοτημένος, επιτρέπεται, εξουσιοδότησε, ...
- felhatalmazás στα ελληνικά - ένταλμα, αντιπροσωπεία, αντιπροσωπείας, αντιπροσωπία, αντιπροσωπεία του, αντιπροσωπεία της
- felhevülés στα ελληνικά - λάμψη, πυρακτώνομαι, φεγγοβολώ, θέρμανση, θέρμανσης, θερμάνσεως, τη θέρμανση, ...
- felháborodás στα ελληνικά - αγανάκτηση, κατακραυγή, κραυγή, κατακραυγής
Τυχαίες λέξεις
Felhevült στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ζεστός, θερμός, θερμαίνεται, θερμαινόμενη, θερμαινόμενο, θερμαίνονται
Μεταφράσεις: ζεστός, θερμός, θερμαίνεται, θερμαινόμενη, θερμαινόμενο, θερμαίνονται