Hús στα ελληνικά

Μετάφραση: hús, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κρέας, σάρκα, κρέατος, κρεάτων, το κρέας, κρέατα
Hús στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • húgy στα ελληνικά - μπαγιάτικος, ουρώ, ούρο, piss, κάτουρο, κάτουρα
  • húgyhólyag στα ελληνικά - κύστη, κύστης, ουροδόχου κύστης, της ουροδόχου κύστης, ουροδόχο κύστη
  • húsleves στα ελληνικά - ζωμός, ζωμό, ζωμού, το ζωμό, οπό
  • húslé στα ελληνικά - σάλτσα, ζωμό, σάλτσας, σάλτσα κρέατος, σάλτσας κρέατος
Τυχαίες λέξεις
Hús στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κρέας, σάρκα, κρέατος, κρεάτων, το κρέας, κρέατα