Helyettesítés στα ελληνικά

Μετάφραση: helyettesítés, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αντικαταστάτης, αντικατάσταση, υποκατάσταση, υποκατάστασης, θέση, αντικατάστασης
Helyettesítés στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • helyesírás στα ελληνικά - ορθογραφία, ορθογραφικά, ορθογραφίας, την ορθογραφία, ορθογραφικό
  • helyettes στα ελληνικά - παραγγελιοδόχος, αναπληρωτής, αναπληρωτή, ο αναπληρωτής, αντιπρόεδρος, αναπληρωτών
  • helyezés στα ελληνικά - περιβάλλον, τάξη, βαθμός, Κατάταξη, Rank, Σειρά
  • helyi στα ελληνικά - σπίτι, τοπικός, τοπικές, τοπικό, τοπικών, τοπική
Τυχαίες λέξεις
Helyettesítés στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αντικαταστάτης, αντικατάσταση, υποκατάσταση, υποκατάστασης, θέση, αντικατάστασης