Kerékpárút στα ελληνικά

Μετάφραση: kerékpárút, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διαδρομή, μονοπάτι, πορεία, διαδρομής, δρόμο
Kerékpárút στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • kerékpáros στα ελληνικά - ποδηλάτης, ποδηλάτη, του ποδηλάτη, ποδηλάτες, ποδηλατών
  • kerékpározás στα ελληνικά - ποδηλασία, ποδήλατο, ποδηλασίας, ποδηλάτου, το ποδήλατο
  • keréktalp στα ελληνικά - στεφάνη, γύρος τροχού
  • keréktávolság στα ελληνικά - μονοπάτι, ίχνη, πίστα, μεταξόνιο, το μεταξόνιο, το μεταξόνιό, μεταξόνιό, ...
Τυχαίες λέξεις
Kerékpárút στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διαδρομή, μονοπάτι, πορεία, διαδρομής, δρόμο