Lélekjelenlét στα ελληνικά
Μετάφραση: lélekjelenlét, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αταραξία, ψυχραιμία, ηρεμία, την ψυχραιμία, αυτοκυριαρχία, την ηρεμία
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- lélek στα ελληνικά - φάντασμα, ψυχή, ψυχής, την ψυχή, η ψυχή, της ψυχής
- lélekharang στα ελληνικά - βουναλάκι, Knoll, ο Knoll, ύψωμα γης, λοφίσκος
- lélektelen στα ελληνικά - μη εμπνευσθείς, χωρίς έμπνευση, έμπνευση, uninspired, ανέμπνευστο
- lényegbeni στα ελληνικά - σημείο, το σημείο, σημείου, στοιχείο
Τυχαίες λέξεις
Lélekjelenlét στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αταραξία, ψυχραιμία, ηρεμία, την ψυχραιμία, αυτοκυριαρχία, την ηρεμία
Μεταφράσεις: αταραξία, ψυχραιμία, ηρεμία, την ψυχραιμία, αυτοκυριαρχία, την ηρεμία