Nyelvjárás στα ελληνικά
Μετάφραση: nyelvjárás, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γλώσσα, διάλεκτος, διάλεκτο, διαλέκτου, ιδίωμα, τη διάλεκτο
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- nyelvbotlás στα ελληνικά - ταξιδάκι, πεδικλώνω, ολίσθημα της γλώσσας, μπέρδεμα της γλώσσας, παραδρομής, γλίστρημα της γλώσσας, γλωσσικό λάθος
- nyelvemlék στα ελληνικά - μνημείο, Γλώσσα, Γλώσσας, Language, γλωσσών, τη γλώσσα
- nyelvjárási στα ελληνικά - διαλέκτου, διαλεκτικού, οι διαλεκτικοί, προφορικού διαλεκτικού, διαλεκτικές της
Τυχαίες λέξεις
Nyelvjárás στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γλώσσα, διάλεκτος, διάλεκτο, διαλέκτου, ιδίωμα, τη διάλεκτο
Μεταφράσεις: γλώσσα, διάλεκτος, διάλεκτο, διαλέκτου, ιδίωμα, τη διάλεκτο